κωνόκερας

κωνόκερας
(Conoceras). Γένος ναυτιλοειδών κεφαλοπόδων μαλακίων της οικογένειας των ενδοκερατιδών που έχει εκλείψει. Τα απολιθωμένα λείψανά τους, που βρέθηκαν σε στρώματα της κάτω σιλουρίου περιόδου του παλαιοζωικού αιώνα, στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική, είχαν ευθύ κέλυφος με ελλειπτική εγκάρσια τομή, κατοικίδιο θάλαμο και μικρό απλό στόμα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ορθοκερατίδες — (orthbceratidae). Οικογένεια ναυτιλοειδών κεφαλόποδων μαλάκιων που έχει εκλείψει. Αριθμεί τα γένη ορθόκερας, κωνόκερας, ακτινόκερας, κυρτόκερας κ.ά. Τα ζώα αυτά έζησαν από την κάμβριο έως την τριαδική περίοδο και είχαν τη μεγαλύτερη τους ανάπτυξη …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”